ἐκκρούσῃ

ἐκκρούσῃ
ἐκκρούσηι , ἔκκρουσις
beating out
fem dat sg (epic)
ἐκκρούω
knock out
aor subj mid 2nd sg
ἐκκρούω
knock out
aor subj act 3rd sg
ἐκκρούω
knock out
fut ind mid 2nd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • έκκρουση — η (Α ἔκκρουσις) απώθηση, εξώθηση με κρούση αρχ. έκπτωση λογαριασμού …   Dictionary of Greek

  • αδελφοφάς — και αδερφοφάς, ο βλ. αδελφοφάγος. [ΕΤΥΜΟΛ. Αδελφοφάγος > αδελφοφάος (με σίγηση τού ενδοφωνηεντικού γ) > αδελφοφάς (με έκκρουση τού ο μετά το α)] …   Dictionary of Greek

  • γητεύω — 1. γοητεύω, μαγεύω 2. θεραπεύω με γητειές. [ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Ίσως γητεύω < *γογητευω (με αποβολή τής πρώτης συλλαβής γο που παρετυμολογικά εκλήφθηκε ως η προσωπική αντωνυμία [ε]γώ) < γοητεύω, με ανάπτυξη τού ημιφωνικού στοιχείου γ… …   Dictionary of Greek

  • εκκρουστικός — ή, ό (Α ἐκρουστικός, ή, όν) αυτός που συντελεί σε έκκρουση, σε απώθηση …   Dictionary of Greek

  • ηστία — ἡστία, ἡ (Μ) (αντί ἑστία) πυρά, φωτιά, κν. στια. [ΕΤΥΜΟΛ. Μσν. τ. τού εστία*, πιθ. από επίδραση τού άρθρου (< η εστία), που ως ισχυρότερο φωνήεν μπορούσε να οδηγήσει σε αποβολή (έκκρουση) τού ασθενούς φωνήεντος ε ] …   Dictionary of Greek

  • και — γε καί... γε (Α) βλ. και (Ι). (I) ή κι πριν από φωνήεν ή δίφθογγο (AM καί, με κράση πριν από λέξη που αρχίζει από φωνήεν ή δίφθογγο: «χοί» καὶ οἱ, «κἀγώ» καὶ ἐγώ) (σύνδ.) 1. συμπλεκτικός, συνδέει κατά παράταξη δύο ή περισσότερες έννοιες, λέξεις,… …   Dictionary of Greek

  • λαός — Κράτος της νοτιοανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα B με την Κίνα και το Βιετνάμ, στα Α με το Βιετνάμ, στα Ν με την Καμπότζη, στα Δ με τη Ταϊλάνδη και στα ΒΔ με τη Μυανμάρ.Tο Λ. είναι το μοναδικό κράτος της χερσονήσου της Ινδοκίνας που δεν βρέχεται… …   Dictionary of Greek

  • μακρομερίζω — (Μ μακρομερίζω) χάνω τον καιρό μου, χασομερώ. [ΕΤΥΜΟΛ. < μακροημερίζω με έκκρουση τού άτονου η < μακροήμερος] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”